azoospermia$6355$ - translation to γερμανικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

azoospermia$6355$ - translation to γερμανικά

MALE INFERTILITY DISEASE CHARACTERIZED BY THE ABSENCE OF ANY MEASURABLE LEVEL OF SPERM IN SEMEN
Obstructive azoospermia; Obstructive Azoospermia; Non-obstructive Azoospermia; Non-obstructive azoospermia; Azoospermic; Aspermatogenesis; Aspematogenesis
  • Algorithms for the workup of the infertile male. Algorithm to be considered on initial assessment (top). Algorithm for the management of the patient presenting with azoospermia (bottom).

azoospermia      
n. Fehlen von Spermatozoon im Samen oder Unfähigkeit der Bildung von Spermatozoon (med.)

Ορισμός

azoospermia
[?e?z???'sp?:m??, ?'z??-]
¦ noun Medicine absence of viable motile sperm in the semen.
Derivatives
azoospermic adjective

Βικιπαίδεια

Azoospermia

Azoospermia is the medical condition of a man whose semen contains no sperm. It is associated with male infertility, but many forms are amenable to medical treatment. In humans, azoospermia affects about 1% of the male population and may be seen in up to 20% of male infertility situations in Canada.

In a non-pathological context, azoospermia is also the intended result of a successful vasectomy.